24.10.13



Το χρέος είναι ΠΛΗΡΩΜΕΝΟ (και «άρα» διαγραμμένο»)!

Γράφει ο ΝΙΚΟΣ ΜΠΟΓΙΟΠΟΥΛΟΣ!

«Όλοι γνωρίζουν ότι η Ελλάδα δεν θα μπορέσει ποτέ να αποπληρώσει τα χρέη της», έλεγε την περασμένη βδομάδα σε συνέντευξή του στο «Spiegel», ο Τζορτζ Σόρος. «Όχι», απαντά η κυβέρνηση, το χρέος είναι «βιώσιμο» και θα το πληρώσουμε. Μόνο να: Δώστε μας μια επιμήκυνση μέχρι το… 2064!

Αφού λοιπόν ήδη μας το ξεφούρνισαν πόσο μακριά πάει αυτό το παραμύθι, ας κάνουμε μια ανακεφαλαίωση: Υποτίθεται πως όσα φρικτά βιώνει ο ελληνικός λαός τα βιώνει για να μειωθεί το χρέος. Στην πραγματικότητα συμβαίνει το εξής:
Το 2009 το δημόσιο χρέος ήταν στο 129% του ΑΕΠ. Αλλά το 2014 (σύμφωνα με το προσχέδιο του προϋπολογισμού) μετά από τέσσερα χρόνια αδιάκοπης βαρβαρότητας, μετά από δύο μνημόνια, μετά από διαρκείς εφαρμοστικούς, από μεσοπρόθεσμα και από μακροπρόθεσμα μέτρα λεηλασίας, μετά από χαράτσια, φοροληστείες και «κουρέματα», το χρέος αναμένεται να έχει εκτιναχτεί στο177,5% του ΑΕΠ!

Δηλαδή θα είναι κατά 50 μονάδες μεγαλύτερο ως ποσοστό του ΑΕΠ από τη στιγμή που υποτίθεται ότι άρχισαν να το μειώνουν!

Μετά από 4 χρόνια μνημονίων το χρέος το 2014 θα βρίσκεται στο 177,5% του ΑΕΠ (προσχέδιο προϋπολογισμού για το 2014)

Αυτός ο κατήφορος δεν πρόκειται να σταματήσει. Και σίγουρα δεν πρόκειται να τον σταματήσουν τα μνημόνια. Τα μνημόνια και οι τρόικες δεν μειώνουν το χρέος. Ποτέ δεν είχαν τέτοιο στόχο. Τα μνημόνια και οι τρόικες «ταΐζουν» το χρέος.

Οι κυβερνώντες λένε ότι παίρνουν δάνεια (και συνάπτουν μνημόνια) γιατί η χώρα έχει χρέη. Ψέμα! Ισχύει το αντίστροφο: Οι χώρες (όχι μόνο η Ελλάδα) δεν παίρνουν δάνεια επειδή έχουν χρέη, έχουν χρέη επειδή παίρνουν δάνεια! Και τα μεν δάνεια τα ξεκοκκαλίζουν οι πλουτοκράτες. Τα δε - όλο και αυξανόμενα - χρέη των δανείων τα φορτώνονται οι λαοί.

Αυτή δεν είναι μια ελληνική ιδιαιτερότητα. Σύμφωνα με τον Στίγκλιτς, μέσα από αυτήν τη διαδικασία, οι χρεωμένες χώρες κατέβαλαν στους πιστωτές τους για αποπληρωμή παλιότερων χρεών το διάστημα 1984 – 2000 το αστρονομικό ποσό των 4,6 τρισ. δολαρίων!

Χαρακτηριστικό επίσης το παράδειγμα που έρχεται από τη δεκαετία του '80 και αποτυπώνεται στα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας: Στις αρχές του 1980 το χρέος που είχαν 109 «πιστολήπτριες» χώρες προς τους πιστωτές τους ήταν 430 δισ. δολάρια. Παρά το γεγονός ότι μέχρι το 1986 είχαν πληρώσει σε τόκους 336 δισ. δολάρια, στο τέλος της ίδιας χρονιάς είχαν φτάσει να χρωστάνε πάνω από 880 δισ. δολάρια. Μέσα σε μια εξαετία, δηλαδή, χρωστούσαν ποσό υπερδιπλάσιο από εκείνο που αρχικά είχαν δανειστεί, και ενώ την ίδια ώρα είχαν ήδη πληρώσει σε τόκους τα 4/5 των αρχικών δανείων!

Κάπως έτσι, σε κάθε προηγούμενο λογαριασμό χρεών, επέρχεται - όπως περιέγραφε ο Λένιν - ένας «τοκογλυφικός επιπρόσθετος λογαριασμός πάνω σε εκείνον που 20 φορές ως τώρα πληρώθηκε».
 
 
 

20.10.13



Τι να πω στην κόρη μου μωρέ;

Τι θα πω στην κόρη μου μωρέ; Την κουβάλησα μες την κοιλιά από την άλλη άκρη της Γης, όπου ξέρναγαν δημοκρατία οι πολιτισμένοι σπέρνοντας βλήματα και «ναπάλμ» και λευκό φώσφορο και πορτοκαλί παράγοντα. Σκυλοπνίγηκα κολυμπώντας στο έρεβος άγνωστων θαλασσών, όπου κανένας δεν με αποκάλεσε γοργόνα, αλλά εκείνη με κράτησε ζωντανή με την καρδιά της να χτυπάει στην κοιλιά και τα μηνίγγια μου. Την έφερα και την ξεγέννησα σ' ένα κατώι όπου άγνωστοι μάγοι και μάγισσες με μύρο φτιαγμένο από πόνο, μούχλα και ενστικτώδη ανθρωπιά, με βοήθησαν να μην πεθάνω και την έπλυναν με κλεμμένο κρύο νερό.
Τι να πω στην κόρη μου μωρέ; Την έκρυψα κάτω από τα λιγδιασμένα φουστάνια μου χρόνια ολάκερα, περπατώντας όπως οι δούλοι σκυφτοί τα χαράματα, για να την ταΐσω με τις πενταροδεκάρες του τρόμου βγαλμένες με τα γόνατα να τρίβονται σε σκάλες και πατώματα αλλόγλωσσων πριγκίπων. Εμαθα δυο, πέντε, εκατό λέξεις από τις εντολές που βούιξαν στ' αυτιά μου, ώσπου μου φόρεσαν μια δουλικού στολή και μ' έβαλαν να φυλάω τη μάνα τη δικιά τους, τον κατάκοιτο πατέρα τους, μ' αντάλλαγμα να ζει η κόρη μου καλύτερα από μένα.
Τι να πω στην κόρη μου μωρέ; Το όνειρό μου; Που αναστήθηκε κι άνθισε και τόλμησε να βγει στα ξέφωτα της ξένης πόλης που μου φάνταζε σωτήριο νησί στην κόλαση του πρότερου, πρωτόγονου λένε εδώ, πλην έντιμου βίου μου, του κλεισμένου στο χαλκόμαυρο πετσί μου. Να της πω να προσέχει. Να της πω να μάθει γράμματα. Αλλα απ' τους ήχους που τη νανούρισα όταν δεν είχε φάει δυο μερόνυχτα και πλάνταζε στο κλάμα, αλλά γράμματα. Και τα 'μαθε η ωραία κακομοίρα, η κόρη μου, μετάλλιο βαρύτιμο που στο απονέμει η προσφυγιά... Την έβλεπα απ' το βάθρο του επιζήσαντος κι υπέθετα ότι θα γεράσω κάποτε κανονικά κι όχι πρόωρα, μπας και προλάβω να τη δω να κερδίζει το δικαίωμα να με θάψει ως συνέχεια μιας ζωής που τραβάει την ανηφόρα προς το φως κι όχι το κάρο των σκοταδιών μου. Μ' άκουσε η κόρη μου. Και προσεκτική έγινε και γραμματισμένη. Ωσπου χαμογέλασε. Τι έγκλημα! Τι λάθος!
Τι δεν πρόλαβα να πω στην κόρη μου μωρέ; Τι; Πως μια νύχτα, μια άλλη κόρη, μιας άλλης μάνας, δουλεύει τις νύχτες πάνω σε μηχανές, φορώντας κράνος και μαύρη στολή, και κυνηγάει χαλκόχρωμους, εβένινους, σχιστομάτηδες, αγόρια και κορίτσια μανάδων σαν κι εμένα και τους ανοίγει τα κεφάλια στα πεζοδρόμια και τα σοκάκια. Παρέα μ' αγαπητικούς της ερεβώδους νύχτας. Δεν πρόλαβα να της εξηγήσω πως η δικιά μου δεν είχε χρώμα ανθρώπου. Δεν είχε δικαίωμα να ζήσει. Δεν είχε τίποτα, ούτε καν εμένα, σε μια χώρα όπου περπατάνε και ζουν μόνον άσπροι άνθρωποι με μαύρη ψυχή, με σιδερένια χέρια, με ανάσα μίσους, της «ράτσας» των ναζί. Η κόρη μου δε ζει. Πέθανε πριν γεννηθεί. Οταν στον ξύπνιο μου, όχι στον ύπνο μου, μια κλοτσιά, μια βρισιά και μια γλομπιά, την έστειλε στον απόπατο ως πακιστάνικο έμβρυο - αποβολής κι εμένα στο πυρ το εξώτερο του τερατώδους, του αναπάντητου «γιατί»... Κατρακύλησα στη λήθη της σκάλας που σφουγγάρισα με αίμα. Αφήνω την πατρίδα της αγέννητης κόρης μου στα χέρια του εκλεγμένου βουλευτή που είχε την ίδια ακριβώς απορία με μένα: Τι να πω στην κόρη μου μωρέ;

Της
Λιάνας ΚΑΝΕΛΛΗ

17.10.13



Δυστυχία σου Ελλάς  (στίχοι: Σουρής Γιώργος
Ποιος είδε κράτος λιγοστό
σ' όλη τη γη μοναδικό,
εκατό να εξοδεύει
και πενήντα να μαζεύει;

Να τρέφει όλους τους αργούς,
νά 'χει επτά Πρωθυπουργούς,
ταμείο δίχως χρήματα
και δόξης τόσα μνήματα;

Νά 'χει κλητήρες για φρουρά
και να σε κλέβουν φανερά,
κι ενώ αυτοί σε κλέβουνε
τον κλέφτη να γυρεύουνε;

Όλα σ' αυτή τη γη μασκαρευτήκαν
ονείρατα, ελπίδες και σκοποί,
οι μούρες μας μουτσούνες εγινήκαν
δεν ξέρομε τί λέγεται ντροπή.

Σπαθί αντίληψη, μυαλό ξεφτέρι,
κάτι μισόμαθε κι όλα τα ξέρει.
Κι από προσπάππου κι από παππού
συγχρόνως μπούφος και αλεπού.

Θέλει ακόμα -κι αυτό είναι ωραίο-
να παριστάνει τον ευρωπαίο.
Στα δυό φορώντας τα πόδια που 'χει
στο 'να λουστρίνι, στ' άλλο τσαρούχι.

Σουλούπι, μπόϊ, μικρομεσαίο,
ύφος του γόη, ψευτομοιραίο.
Λίγο κατσούφης, λίγο γκρινιάρης,
λίγο μαγκούφης, λίγο μουρντάρης.

Και ψωμοτύρι και για καφέ
το «δε βαρυέσαι» κι «ωχ αδερφέ».
Ωσάν πολίτης, σκυφτός ραγιάς
σαν πιάσει πόστο: δερβέναγάς.

Δυστυχία σου, Ελλάς,
με τα τέκνα που γεννάς!
Ώ Ελλάς, ηρώων χώρα,
τί γαϊδάρους βγάζεις τώρα;

9.10.13


Όταν οι Ναζί σκότωναν (και) έγκυες, βρέφη, παιδιά... | E-Radio.gr Blog

Όταν οι Ναζί σκότωναν (και) έγκυες, βρέφη, παιδιά...
Φέτος συμπληρώνονται 69 χρόνια από τη θηριωδία των Ναζί στο Δίστομο. Ήταν 10 Ιουνίου 1944. Τότε, ένα γερμανικό απόσπασμα που έψαχνε αντάρτες μπήκε στο χωριό. Η μαρμάρινη πλάκα αναφέρει 228 ονόματα νεκρών, ανάμεσά τους βρέφη και έγκυες γυναίκες.
«Στο Δίστομο έγιναν αυτά. Θα γίνονταν κι άλλα. Μα ήρθε η νύχτα και οι δολοφόνοι φοβήθηκαν και έφυγαν.
Τώρα στο χωριό απλώνεται η γαλήνη του νεκροταφείου για πολλή ώρα. Μα σιγά–σιγά ξύπνησε το Δίστομο. Και τότε ακούστηκαν οι θρήνοι των παιδιών που έρημα έκλαιγαν τους γονείς τους και οι γόοι των γερόντων.
Ακούγονταν ακόμη και κάποια παράξενα γέλια και τραγούδια αυτών που παραφρόνησαν, μπροστά στη φρίκη που έζησαν.
Μέσα στη νύχτα μικρά παιδιά πήραν τους σκοτεινούς δρόμους, προσπαθώντας να φτάσουν στα κοντινά χωριά. Ένα καραβάνι παιδιών που γύρευε ένα ανθρώπινο χέρι για να σκουπίσει τα δάκρυα από τα μουτράκια τους και να δώσει απάντηση στο ερωτηματικό: "Γιατί τους σκότωσαν;".
Οι βιαιότητες συνεχίστηκαν τις επόμενες ημέρες με ιδιαίτερη αγριότητα, όπου οι χιτλερικοί πλιατσικολόγησαν ό,τι είχε απομείνει όρθιο. Στις 26 Ιουνίου επανέρχονται, με αποκορύφωμα τον ομαδικό βιασμό μιας 50χρονης τυφλής και πνευματικά ανάπηρης γυναίκας, αφού τη χτυπούν στο πρόσωπο με τον υποκόπανο, σπάζοντάς της τα δόντια και αναίσθητη όπως είναι, ξεσπούν επάνω της το βρόμικο σαρκικό πάθος τους», είχε πει ο κ. Σταθάς, που επέζησε τη σφαγή.
Πώς όμως άρχισαν να σφάζουν όποιον έβρισκαν μπροστά τους οι Γερμανοί; Όλα ξεκίνησαν όταν ο λοχαγός των SS Fritz Laufenbach πήρε την εντολή να μετακινήσει το λόχο του από τη Λειβαδιά προς το Δίστομο, το Στείρι και το Κιριάκι, προκειμένου να εντοπίσουν αντάρτες στη δυτική πλευρά του Ελικώνα. Τότε, οι Γερμανοί ως δόλωμα είχαν δύο επιταγμένα ελληνικά φορτηγά, γεμάτα με άνδρες των SS που είχαν μεταμφιεστεί σε χωρικούς και προπορεύονταν της κύριας φάλαγγας. Ακριβώς την ίδια στιγμή, ο 10ος και ο 11ος λόχος του 3ου τάγματος, με κατεύθυνση από την Άμφισσα το Δίστομο, είχε σκοπό να συναντήσει τον 2ο λόχο. Έτσι, οι τρεις λόχοι συναντήθηκαν, χωρίς όμως να έχουν εντοπίσει αντάρτες, παρά μόνο 18 παιδιά που κρύβονταν σε στάνες. Τα έξι παιδιά εκτελέστηκαν επειδή προσπάθησαν να αποδράσουν.
Αμέσως, οι Γερμανοί μπήκαν στο Δίστομο και εκφοβίζοντας τους κατοίκους του χωριού έμαθαν ότι υπήρχαν αντάρτες στο Στείρι. Έτσι, ο 2ος λόχος κατευθύνθηκε προς τα εκεί, όμως στη θέση Λειθαράκι (περιοχή του Στειρίου) έπεσε σε ενέδρα ανταρτών του 11ου λόχου του 3ου τάγματος του ΕΛΑΣ. Η μάχη που δόθηκε ήταν αρκετά σκληρή, με αποτέλεσμα οι Γερμανοί να αναγκαστούν σε οπισθοχώρηση. Οι απώλειες που μετρούσαν ήταν περίπου 40 νεκροί και μόνο ένας αντάρτης.
Οι Γερμανοί όμως σε αντίποινα για την ήττα που είχαν υποστεί και σε αντίποινα για τις απώλειές τους, άρχισαν να σφάζουν όσους κατοίκους έβρισκαν στο Δίστομο. Ήταν τέτοια η μανία τους, λένε οι ιστορικές περιγραφές, που δεν ξεχώριζαν ούτε τα γυναικόπαιδα, ούτε τα παιδιά, ούτε τις έγκυες, ούτε κανέναν. Αποκεφάλισαν τον ιερέα του χωριού, εκτέλεσαν βρέφη, βίασαν γυναίκες και στη συνέχεια τις σκότωσαν. Η σφαγή σταμάτησε μόνο όταν έπεσε το σκοτάδι και αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στη Λειβαδιά, αφού πρώτα είχαν κάψει όλα τα σπίτια του χωριού.
Οι Γερμανοί όμως εκτελούσαν και όποιον άμαχο έβρισκαν κατά τη διάρκεια της επιστροφής προς τη βάση τους. Οι νεκροί του Διστόμου έφτασαν τους 228, εκ των οποίων οι 117 ήταν γυναίκες και οι 111 άντρες, ανάμεσά τους 53 παιδιά κάτω των 16 ετών, με τον απεσταλμένο όμως του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού (έφτασε στο Δίστομο λίγες μέρες αργότερα) να μιλά για περισσότερους από 600 νεκρούς στην ευρύτερη περιοχή. Αυτή η σφαγή είναι ένα από τα πιο αποτρόπαια εγκλήματα του Γ' Ράιχ στην τότε κατεχόμενη Ελλάδα.
Έτσι, με αφορμή την επέτειο της ημέρας, έχουν αρχίσει από το περασμένο Σάββατο 8/6 εκδηλώσεις μνήμης στο χωριό. Αυτές κορυφώθηκαν τη Δευτέρα 10/6 με μνημόσυνο των σφαγιασθέντων στον Ιερό Ναό Αγ. Νικολάου, χοροστατούντος του σεβασμιώτατου Μητροπολίτη Θηβών και Λειβαδιάς, Γεωργίου.
Στη συνέχεια ακολούθησε πομπή στο Μαυσωλείο, επιμνημόσυνη δέηση, ομιλία από το δήμαρχο Διστόμου–Αράχωβας–Αντίκυρας, Ιωάννη Πατσαντάρα, προσκλητήριο νεκρών και κατάθεση στεφάνων. Στη μνήμη των θυμάτων ακούστηκε ο εθνικός ύμνος και κρατήθηκε ενός λεπτού σιγή.

5.10.13

Αυτό είναι όλο.



Αυτό Είναι Όλo
ζω στη φεγγοβολή
που προχωράει
ολόγιομα τα χέρια μου
με πόθους
κι ο κόσμος είναι όμορφος πολύ
μοσκοβολάει.Τα μάτια μου λιμπίστηκαν
τα δέντρα
τα δέντρα που γιόμισαν ελπίδες
και ντύθηκαν τη πράσινη στολή
το λιόχαρο δρομάκι προχωράει
σ’ ολόδροσο χαλί
κι απ’ το φεγγίτη με καλεί
στις πράσινες νησίδες.Κι ούτε μυρίζομαι τα φάρμακα
τ’ αναρρωτήριο πια δε βρωμάει
-θ’ ανοίξουν τα γαρούφαλα
η ώρα η καλή-Τι τάχα αν είσαι φυλακή;
Να μη λυγάς!
αυτό είν’ όλο.
Δεν είναι άλλη συμβουλή.
 
ΝΑΖΙΜ ΧΙΚΜΕΤ