Παραμονή Πρωτοχρονιάς.
Περπατώ στους δρόμους της Αθήνας.
Μέτρια η κίνηση στους δρόμους.
Ο κόσμος περνά αδιάφορος
χωρίς να στέκεται μπροστά στις φωτισμένες βιτρίνες.
Ξαφνικά μια μελωδία από ένα φλάουτο
φτάνει ως τα αυτιά μου.
Η ματιά μου πέφτει σε μια γωνιά.
Καθισμένοι κάτω από μια μαρκίζα
και σκεπασμένοι με μια τρύπια βρώμικη κουβέρτα
ένας άνδρας, ένα παιδί και ένας σκύλος
ζητούν τη συνδρομή των περαστικών.
Εξαίσια μουσική γεμίζει τον εορταστικό δρόμο.
Ο άνθρωπος δείχνει να είναι μουσικός.
Δεν είναι ένας ερασιτέχνης που παίζει φλάουτο.
Πλησιάζω και τον ρωτώ.
Είναι άνεργος και άστεγος μουσικός
που προσπαθεί με την τέχνη του να ταΐσει το παιδί του.
Ρ.Β.
Περπατώ στους δρόμους της Αθήνας.
Μέτρια η κίνηση στους δρόμους.
Ο κόσμος περνά αδιάφορος
χωρίς να στέκεται μπροστά στις φωτισμένες βιτρίνες.
Ξαφνικά μια μελωδία από ένα φλάουτο
φτάνει ως τα αυτιά μου.
Η ματιά μου πέφτει σε μια γωνιά.
Καθισμένοι κάτω από μια μαρκίζα
και σκεπασμένοι με μια τρύπια βρώμικη κουβέρτα
ένας άνδρας, ένα παιδί και ένας σκύλος
ζητούν τη συνδρομή των περαστικών.
Εξαίσια μουσική γεμίζει τον εορταστικό δρόμο.
Ο άνθρωπος δείχνει να είναι μουσικός.
Δεν είναι ένας ερασιτέχνης που παίζει φλάουτο.
Πλησιάζω και τον ρωτώ.
Είναι άνεργος και άστεγος μουσικός
που προσπαθεί με την τέχνη του να ταΐσει το παιδί του.
Ρ.Β.