31.12.12

Το Φλάουτο



Παραμονή Πρωτοχρονιάς.
Περπατώ στους δρόμους της Αθήνας.
Μέτρια η κίνηση στους δρόμους.
Ο κόσμος περνά αδιάφορος
χωρίς να στέκεται μπροστά στις φωτισμένες βιτρίνες.

Ξαφνικά μια μελωδία από ένα φλάουτο
φτάνει ως τα αυτιά μου.
Η ματιά μου πέφτει σε μια γωνιά.
Καθισμένοι κάτω από μια μαρκίζα
και σκεπασμένοι με μια τρύπια βρώμικη κουβέρτα
ένας άνδρας, ένα παιδί και ένας σκύλος
ζητούν τη συνδρομή των περαστικών.

Εξαίσια μουσική γεμίζει τον εορταστικό δρόμο.
Ο άνθρωπος δείχνει να είναι μουσικός.
Δεν είναι ένας ερασιτέχνης που παίζει φλάουτο.
Πλησιάζω και τον ρωτώ.
Είναι άνεργος και άστεγος μουσικός
που προσπαθεί με την τέχνη του να ταΐσει το παιδί του.



Ρ.Β.

11.12.12

Χριστούγεννα



Τα Χριστούγεννα πλησιάζουν.
Τα καταστήματα…έστω αυτά τα λίγα που απόμειναν
στολίζουν τις βιτρίνες τους όπως μπορούν
με μοναδικό σκοπό να τραβήξουν
τους λιγοστούς πελάτες που ίσως
δειλά…δειλά… κατεβούν στο κέντρο
να ψωνίσουν κάποιο δωράκι  στα παιδιά τους.

Τα περισσότερα μαγαζιά κλειστά από καιρό
με ρολά κατεβασμένα και λουκέτα κρεμασμένα
δίνουν μια θλιβερή εικόνα
στην πολύπαθη πόλη μας.

Λίγοι οι διαβάτες στους άλλοτε γεμάτο ζωή δρόμους
τις μέρες των Χριστουγέννων.
Περνούν τις περισσότερες φορές αδιάφοροι
χωρίς να ρίξουν ούτε μια ματιά
στις στολισμένες βιτρίνες.

Λεφτά δεν υπάρχουν για δώρα.
Τα λιγοστά χρήματα που έχουν απομείνει
από τις συνεχείς περικοπές
της τρικομματικής Κυβέρνησης δεν αρκούν
ούτε για τα απανωτά χαράτσια που καλούνται
να πληρώσουν από το πενιχρό εισόδημα τους.

Πόσοι συμπολίτες μας άνεργοι και άστεγοι
θα περάσουν Χριστούγεννα με ένα πιάτο φαγητό
από τα συσσίτια που έχουν οργανώσει
ομάδες πολιτών προσφέροντας ό,τι μπορούν
για να γλυκάνουν λίγο τη δυστυχία τους.


Ρ.Β.

4.12.12



Τάσος Λειβαδίτης


Σὲ περιμένω παντοῦ

Κι ἂν ἔρθει κάποτε ἡ στιγμὴ νὰ χωριστοῦμε, ἀγάπη μου,
μὴ χάσεις τὸ θάρρος σου.
Ἡ πιὸ μεγάλη ἀρετὴ τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι νὰ ᾿χει καρδιά.
Μὰ ἡ πιὸ μεγάλη ἀκόμα, εἶναι ὅταν χρειάζεται
νὰ παραμερίσει τὴν καρδιά του.
Τὴν ἀγάπη μας αὔριο, θὰ τὴ διαβάζουν τὰ παιδιὰ στὰ σχολικὰ βιβλία, πλάι στὰ ὀνόματα τῶν ἄστρων καὶ τὰ καθήκοντα τῶν συντρόφων.
Ἂν μοῦ χάριζαν ὅλη τὴν αἰωνιότητα χωρὶς ἐσένα,
θὰ προτιμοῦσα μιὰ μικρὴ στιγμὴ πλάι σου.
Θὰ θυμᾶμαι πάντα τα μάτια σου, φλογερὰ καὶ μεγάλα,
σὰ δύο νύχτες ἔρωτα, μὲς στὸν ἐμφύλιο πόλεμο.
Ἄ! ναί, ξέχασα νὰ σοῦ πῶ, πὼς τὰ στάχυα εἶναι χρυσὰ κι ἀπέραντα, γιατὶ σ᾿ ἀγαπῶ.
Κλεῖσε τὸ σπίτι. Δῶσε σὲ μιὰ γειτόνισσα τὸ κλειδὶ καὶ προχώρα. Ἐκεῖ ποὺ οἱ φαμίλιες μοιράζονται ἕνα ψωμὶ στὰ ὀκτώ, ἐκεῖ ποὺ κατρακυλάει ὁ μεγάλος ἴσκιος τῶν ντουφεκισμένων. Σ᾿ ὅποιο μέρος τῆς γῆς, σ᾿ ὅποια ὥρα,
ἐκεῖ ποὺ πολεμᾶνε καὶ πεθαίνουν οἱ ἄνθρωποι γιὰ ἕνα καινούργιο κόσμο... ἐκεῖ θὰ σὲ περιμένω, ἀγάπη μου!